Σάββατο 1 Μαΐου 2010

ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ (ΣΕΛΙΔΕΣ 100 - 128)

Ειδικότερα, υπάρχουν δύο διακριτές εποχές - χειμώνας και καλοκαίρι - λόγω των σχετικά μεγάλων υψομέτρων της περιοχής. Συγκεκριμένα, η περίοδος των βροχοπτώσεων εκτείνεται μέχρι το καλοκαίρι. Ξηρές και ζεστές συνθήκες ατμόσφαιρας υπάρχουν τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο. Η ύπαρξη επιφανειακών νερών (λίμνες, ποτάμια κλπ) δημιουργεί, σε ορισμένες περιοχές, μικροκλίματα (μικροκλίμα λίμνης, μικροκλίμα λοφοπεδινών εκτάσεων κλπ) που επηρεάζουν, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, την περιοχή αυτή. Η κατασκευή των ταμιευτήρων εκτιμάται ότι έχει επηρεάσει το κλίμα των γύρω περιοχών, αμβλύνοντας τον πολύ ψυχρό χειμώνα και το πολύ θερμό καλοκαίρι.

β. Περιογή κατάντι φράγματος Στράτου Άνω και Μέσο τμήμα

Οι πεδινές περιοχές, που εκτείνονται από το φράγμα Στράτου μέχρι τη λίμνη Αμβρακία και τα υψίπεδα Κατούνας και Ξηρομέρου δυτικά και μέχρι το χείμαρρο Ερμίτσα ανατολικά, ανήκουν κατά Koppens, στον τύπο κλίματος CSa της ευρείας ημιτροπικής ζώνης, που έχει τα παρακάτω κύρια χαρακτηριστικά:
• Η μέση θερμοκρασία του θερμότερου μήνα υπερβαίνει τους 22°C.
• Οι τέσσερις θερμοί μήνες (Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος και Σεπτέμβριος) έχουν θερμοκρασία άνω των 20 βαθμών C και οι υπόλοιποι μήνες κάτω των 20 βαθμών C και πάνω από 4 βαθμούς Ο
Γενικά το κλίμα της περιοχής είναι θαλάσσιο, μεσογειακό, με ήπια την ψυχρή περίοδο του έτους, μικρή νέφωση και μεγάλη ηλιοφάνεια. Ο Μαριολόπουλος, σύμφωνα με την κατάταξη του, εντάσσει την περιοχή στην τρίτη υποδιαίρεση και την ονομάζει «Ζώνη της Ιονίου περιοχής» ή «θαλάσσια Μεσογειακή».

Κάτω τμήμα

Η περιοχή αυτή, που εκτείνεται κατάντη της συμβολής της τάφρου Διμηκού με τον Αχελώο, ανήκει, κατά Koppens, στον τύπο CSa της ευρείας ημιτροπικής ζώνης και κατά Μαριολόπουλο στη «Ζώνη της Ιονίου περιοχής».
Διαφοροποιήσεις στο κλίμα της εξεταζόμενης περιοχής, από αυτό της περιοχής του Άνω και Μέσου τμήματος, υπάρχουν στη μέση μηνιαία θερμοκρασία και στη σπανιότητα μεγάλων παγετών και χιονοπτώσεων. Η μορφολογία και ο επηρεασμός από τη θάλασσα των χαμηλών ζωνών δημιουργεί, κατά τόπους, ιδιαίτερους τύπους μικροκλιμάτων. Ένας τέτοιος τύπος μικροκλίματος έχει διαμορφωθεί στην έκταση που περικλείεται μεταξύ των υψωμάτων Σκούπα, Κουτσιλιάρη, Προφήτη Ηλία και Αστακού.
Γενικότερα, για την περιοχή μελέτης σημειώνονται τα εξής: από ολιγόχρονες παρατηρήσεις στις λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχία προκύπτει ότι η μέση ετήσια εξάτμιση φτάνει τα 1060mm περίπου.
Ολικοί παγετοί δεν παρατηρούνται στην περιοχή του Μέσου και Κάτω τμήματος Αχελώου. Τα χιόνια είναι σπάνια στην περιοχή, εκτός από το υψίπεδο Ξηρομέρου και την λεκάνη Κατούνας. Ομίχλη παρατηρείται κατά πολύ αραιά χρονικά διαστήματα και είναι πολύ μικρής διάρκειας.

Βιοκλίμα

Η έννοια του βιοκλίματος περιλαμβάνει τη συσχέτιση των κλιματικών παραμέτρων και της φυσικής βλάστησης.
Η μεθοδολογία για τον καθορισμό του βιοκλίματος μιας περιοχής βασίζεται στις μετρήσεις των μετεωρολογικών σταθμών της μείζονος περιοχής και συγκεκριμένα στις παραμέτρους:
• Μέση μηνιαία θερμοκρασία (t βαθμοί C)
• Μέσος όρος μέγιστων θερμοκρασιών του θερμότερου μήνα (Μ)
• Μέσος όρος ελάχιστων θερμοκρασιών του ψυχρότερου μήνα (m)
• Μέση μηνιαία βροχόπτωση (Pm) σε mm
• Μέση ετήσια βροχόπτωση (Ρ) σε mm
• Μέσος όρος ημερών βροχής κατά μήνα (Jm)
• Μέσος αριθμός ημερών δρόσου κατά μήνα
• Μέση μηνιαία σχετική υγρασία σε ποσοστό %
• Συντελεστής μετατροπής της υγρασίας (fn)
Με βάση αυτές τις παραμέτρους γίνεται η συσχέτιση με τη φυσική βλάστηση και συγκεκριμένα:
α. Υπολογίζονται οι σχέσεις των βιοκλιματικών ορόφων με τους ορόφους βλάστησης.
β. Εκτιμάται η επίδραση της θερμοκρασίας και της έλλειψης νερού (ξηρασία) στις φυτοκοινωνίες.
Ο Emberger καθόρισε τους βιοκλιματικούς ορόφους στο χώρο της Μεσογείου με τον υπολογισμό, για κάθε μετεωρολογικό σταθμό, του «Βροχοθερμικού πηλίκου Q». Με τη μετατροπή των μετεωρολογικών στοιχείων σε βιοκλιματικά, επιτυγχάνεται ο καθορισμός του κλίματος περιοχών που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την ποιοτική σύνθεση της χλωρίδας.
Στη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τα κλιματικά στοιχεία των μετεωρολογικών σταθμών Μεσολογγίου (Ε.Μ.Υ.). Αγρινίου (Ε.Μ.Υ.) και Λεσινίου (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.). για τους οποίους υπάρχουν στοιχεία και παρατηρήσεις μιας μεγάλης περιόδου (βροχοπτώσεις άνω των 4 ετών) τα οποία παρουσιάζονται στους πίνακες μετεωρολογικών στοιχείων.
Βιοκλίμα στη λεκάνη ποταμού Αχελώου
Ανάντι φράγματος Στράτου
Δεν υπάρχουν ακριβή δεδομένα μετεωρολογικών σταθμών της περιοχής. Σύμφωνα με τον Μαυρομμάτη (.1963), το βιοκλίμα που απαντάται στήν περιοχή παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά:
α. Μέσο ετήσιο ύψος βροχής μεγαλύτερο των 1000mm.
β. Μεγάλο εύρος θερμοκρασίας, μεταξύ καλοκαιριού και χειμώνα.
γ. Χειμώνας δριμύς μέχρι ψυχρός.
Σύμφωνα με τα παραπάνω και με βάση τις ισοκλιματικές περιοχές του βιοκλιματικού χάρτη 1:1.000.000 της παραπάνω εργασίας, σημειώνονται τα ακόλουθα:
• Βιοκλιματικός όροφος: Υγρός από τα ανάντη μέχρι ύφυγρος ή ημίξηρος προς τα κατάντη, με χειμώνα δριμύ μέχρι ψυχρό.
• Βιοκλιματικός χαρακτήρας: Ασθενής μέσο-μεσογειακός μέχρι υπό-μεσογειακός στα κατάντη.
• Όροφος βλάστησης: Ορομεσογειακή διάπλαση οξιάς Fagus moesiaca, υβριδογενούς ελάτης Abies borissii regis, Μαύρης πεύκης Pinus nigra, καθώς και διαπλάσεις θερμόφιλων υποηπειρωτικών φυλλοβόλων δρυών.

Κατάντι φράγματος Στράτου Άνω και Μέσο τμήμα

Με βάση τα δεδομένα των μετεωρολογικών σταθμών Αγρινίου και Λεσινίου υπολογίσθηκαν, για κάθε σταθμό, τα εξής:
α Το βροχοθερμικό πηλίκο Q.
β. Η τιμή της μέσης ελάχιστης θερμοκρασίας του ψυχρότερου μήνα. γ. Ο ξηροθερμικός δείκτης.
Συντάχθηκαν τα αντίστοιχα βροχοθερμικό διαγράμματα και έγινε η σχετική διάκριση των βιοκλιματικών ορόφων, του βιοκλιματικού χαρακτήρα και των ορόφων βλάστησης. Συνολικά, τα δεδομένα, έχουν ως εξής:

Μετεωρολογικός Σταθμός Αγρινίου

Βιοκλιματικός όροφος : Υφυγρός με χειμώνα ήπιο.
Βιοκλιματικός χαρακτήρας : Μέσο-μεσογειακός ασθενής
Όροφος βλάστησης: Μεσογειακές διαπλάσεις των θερμόφιλων υπό-ηπειρωτικών φυλλοβόλων Δρυών και κύρια του Ostryo carpinion και στα ψυχροόρια του Quercion ilicis.

Μετεωρολογικός Σταθμός Λεσινίου

Βιοκλιματικός όροφος : Υφυγρός με χειμώνα ήπιο.
Βιοκλιματικός χαρακτήρας : Μέσο-μεσογειακός ασθενής
Όροφος βλάστησης : Θερμομεσογειακές διαπλάσεις του Oleo ceratonion, και ιδιαίτερα του Oleo lentiscetum.

Κάτω τμήμα

Δεν υπάρχουν μετεωρολογικοί σταθμοί. Εκτιμάται ότι το βιοκλίμα και η φυσική βλάστηση είναι τα αντίστοιχα των περιοχών του Αγρινίου (για το Νοτιοδυτικό τμήμα) και του Μεσολογγίου (για το Ανατολικό τμήμα).

• Μετεωρολογικός Σταθμός Μεσολογγίου

i. Βιοκλιματικός όροφος Υφυγρός με χειμώνα ήπιο.
ϋ. Βιοκλιματικός χαρακτήρας : Μέσο-Μεσογειακός έντονος.
ίϋ. Όροφος βλάστησης : Διαπλάσεις του Quercion ilicis, του Ostyo carpinion, καθώς και των κατωτέρων ορίων των διαπλάσεων των θερμόφιλων υποηπειρωτικών φυλλοβόλων δρυών.

4.3.3 Υδρολογικά στοιχεία

Παλίρροια

Τα στοιχεία παλίρροιας για 5 λιμένες επί του Ιονίου πελάγους δίνονται από την Υδρογραφική Υπηρεσία και παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα. Με εξαίρεση την Πάτρα, που επηρεάζεται και από τον Κορινθιακό κόλπο, οι υπόλοιποι λιμένες εμφανίζουν παραπλήσια μεγέθη.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.14. : Στοιχεία Παλίρροιας (Υδρογραφική Υπηρεσία).

Θαλάσσια ρεύυατα

Γενικά, τα τοπικά ρεύματα εμφανίζονται κυρίως λόγω ανέμων και πρακτικά μπορούν να αγνοηθούν.
Όσον αφορά τα θαλάσσια ρεύματα στην περιοχή του όρμου Πλατυγιαλίου, έγιναν μετρήσεις το Σεπτέμβριο 1987, τον Μάρτιο 1988 και το Σεπτέμβριο 1988.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.15 : Τοπικές μετρήσεις.

Για τα ρεύματα έξω από τον όρμο προέκυψε ότι αυτά έχουν σε γενικές γραμμές διεύθυνση προς τα βορειοδυτικά και ταχύτητα που κυμαίνεται από 7 έως 15 cm/sec δηλ. είναι πολύ μικρής έντασης. Η διεύθυνση των ρευμάτων μπορεί να αντιστραφεί από τις μετεωρολογικές συνθήκες που επικρατούν στην ευρύτερη περιοχή. Τα ρεύματα στην είσοδο του όρμου είναι επίσης μικρής έντασης με ταχύτητα που κυμαίνεται από 6 έως 12 cm/sec. Τα ρεύματα αυτά επηρεάζονται επίσης από την διεύθυνση των ανέμων που επικρατούν τη στιγμή εκείνη. Έτσι, όταν ο άνεμος είναι ΝΔ τα νερά κινούνται προς τον μυχό του όρμου. Αν ο άνεμος αλλάξει διεύθυνση και πνέει ΒΑ τότε τα νερά κινούνται προς την έξοδο του όρμου.

Θερμοκρασία - αλατότητα θάλασσας

Η θερμσκρασία των υδάτων όπως προκύπτει από μετρήσεις σε 20 σημεία μέσα και έξω από τον όρμο, παρουσιάζει μία μέγιστη τιμή στην επιφάνεια 26,3°C που πέφτει στους 22,3°C σε βάθος 26μ.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.16. : Θερμοκρασία θαλάσσης κατά την διάρκεια του έτους.

Η μέση αλατότητα κυμαίνεται από 3,6% μέχρι 3,9%.
Τα νερά του όρμου Πλατυγιαλίου, όπως προέκυψε από τις μετρήσεις θερμοκρασίας / αλατότητας, που εμφάνισαν ομοιόμορφη κατανομή μέσα και έξω από τον όρμο, ανανεώνονται από τα νερά, που βρίσκονται έξω από τον όρμο. Ακόμα, από τις μετρήσεις αλατότητας που έγιναν προέκυψε ότι η ευρύτερη περιοχή του όρμου επηρεάζεται από τα γλυκά νερά, που εκχύνει ο Αχελώος και τα οποία φαίνεται να κινούνται προς βορρά.

4.4 ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

4.4.1 Οικισμοί της περιοχής
4.4.1.1 Πληθυσμιακή εξέλιξη
Ο πληθυσμός της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του έτους 2001, ανέρχεται σε 740.506 άτομα. Είναι η τέταρτη σε πληθυσμό περιφέρεια της Ελλάδος, συγκεντρώνοντας το 7% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.
Με πρωτεύουσα το Μεσολόγγι, ο Νομός Αιτωλοακαρνανίας συγκεντρώνει ποσοστό 2% του πληθυσμού της χώρας και παράγει 1,6% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Η τάση μείωσης του πληθυσμού είναι εμφανής, αφού είναι ένας από τους νομούς στους οποίους σημειώνεται και το 2003 φυσική μείωση του πληθυσμού (υπεροχή γεννήσεων / 1.000 κατοίκους : -1,9) για 9° συνεχόμενο έτος. Η αναλογία μαθητών Δημοτικού ανά 1.000 κατοίκους (66) του νομού όμως είναι υψηλότερη από τον μέσο όρο της χώρας (59). Μεταξύ των απογραφών 1991 και 2001 ο πληθυσμός του νομού μειώθηκε 1,6%.
Ο πληθυσμός του Δήμου Αστακού ο οποίος απαρτίζεται από 12 Δημοτικά Διαμερίσματα (Αστακός - Καραϊσκάκης - Βασιλόπουλο - Βλυζιανά - Μαχαιράς - Μπαμπίνη - Σκουρτού -Χρυσοβίτσα - Πρόδρομος - Αγράμπελα - Στρογγυλοβούνι (οικισμός Βλυζιανίτικα Πηγάδια) -Παλαιομάνινα) σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του έτους 2001, ανέρχεται σε 7.252 άτομα.
Η πληθυσμιακή εξέλιξη του Δήμου Αστακού και του Νομού Αιτωλοακαρνανίας, κατά την τελευταία τριακονταετία (1971-2001), φαίνεται στον παρακάτω πίνακα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.17. : Εξέλιξη του πληθυσμού κατά την τελευταία τριακονταετία σε επίπεδο νομού, δήμου, Δ.Δ. και οικισμών περιοχής μελέτης. (Πηγή Ε.Σ.Υ.Ε., απογραφή 2001).

Συνολικά, ο πληθυσμός του Δήμου Αστακού μειώθηκε αισθητά, κατά τη χρονική περίοδο 1971 -2001. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, η περιοχή μελέτης ακολουθεί την γενικότερη τάση μείωσης του πληθυσμού που παρουσιάζει ο νομός.
Με βάση τα στοιχεία των απογραφών της Ε.Σ.Υ.Ε για τα έτη 1971 1981, 1991 και 2001 στον νομό Αιτωλοακαρνανίας παρουσιάζεται μια τάση μείωσης του πληθυσμού στις ορεινές και ημιορεινές ζώνες αυτού και μια παράλληλη αύξηση στις πεδινές.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.18. : Πληθυσμός και μεταβολή πληθυσμού ανά υψομετρική ζώνη και περιοχή (αστική, ημιαστική, αγροτική) για το Νομό Αιτωλοακαρνανίας. (Πηγή Ε.Σ.Υ.Ε. απογραφή 1991).

Ο παραπάνω πίνακας εμφανίζει μια μετακίνηση του πληθυσμού του νομού, κύρια από τις ορεινές και δευτερεύοντος από τις ημιορεινές περιοχές του νομού προς τις πεδινές ζώνες, με παράλληλη σημαντική μείωση του ημιαστικού και μικρή μείωση του αγροτικού πληθυσμού και αύξηση του αστικού. Τα παραπάνω στοιχεία φανερώνουν την τάση συγκέντρωσης του πληθυσμού στις πεδινές περιοχές αλλά και αστικοποίησης του.
Η πυκνότητα του πληθυσμού, βάσει των στοιχείων της ΕΣΥΕ για την περίοδο 1981-2001, για το σύνολο των εκτάσεων των Δ.Δ. παρουσιάζεται στη συνέχεια. Από τα μεγέθη προκύπτει ότι, για το σύνολο της περιοχής μελέτης, η πυκνότητα του πληθυσμού έχει μικρές αυξητικές τάσεις, με σχεδόν σταθερό ρυθμό.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.19 : Πυκνότητα πληθυσμού των Δ.Δ. της περιοχής μελέτης. (Πηγή Ε.Σ.Υ.Ε.).

4.4.1.2 Εξέλιξη ενεργού πληθυσμού

Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά στοιχεία του πίνακα που ακολουθεί, παρατηρείται μια μικρή διαφοροποίηση των ηλικιακών ομάδων της άμεσης περιοχής του έργου σε σχέση με αυτά του Νομού και της Επικράτειας.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.20. : Ποσοστιαία (%) σύσταση ηλικιακών ομάδων (1991).

Από την παρατήρηση των στοιχείων και την σύγκριση των ηλικιών φαίνεται ότι η συμμετοχή των παραγωγικών ηλικιών (15-64 ετών), στη σύνθεση του συνόλου του πληθυσμού, στην άμεση περιοχή του έργου, υστερεί ελάχιστα αυτής του Νομού Αιτωλ/νίας και υπολείπεται αυτής της χώρας. Συγκεκριμένα ισχύουν τα ακόλουθα:
• Άμεση Περιοχή έργου : 63,5 %
• Νομός Αιτωλ/νίας : 63,9 %
• Σύνολο Ελληνικής Επικράτειας : 67,1 %

4.4.1.3 Κοινωνικό-οικονομική διάρθρωση

Με βάση τα στοιχεία του ΑΕΠ για το νομό Αιτωλοακαρνανίας και την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος, που παρουσιάζονται στην συνέχεια, διαφαίνεται τόσο σε επίπεδο νομού όσο και σε επίπεδο περιφέρειας μια σταθερή ενίσχυση του τριτογενή τομέα. Σε επίπεδο νομού ακολουθεί ο πρωτογενής τομέας ενώ ο δευτερογενής παρουσιάζει διαρκή συρρίκνωση.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.21 : ΑΕΠ ανά τομέα παραγωγής σε επίπεδο περιφέρειας και νομού (Σταθερές τιμές 1970, εκατ. Δρχ).

Παράλληλα το κατά κεφαλή ΑΕΠ μειώθηκε σημαντικά την περίοδο 1981-91 ενώ παρουσίασε σημαντική αύξηση την περίοδο 1991-94.

4.4.1.4 Απασχόληση - ανεργία
Α) Νομός Αιτωλοακαρνανίας

Όσον αφορά στην απασχόληση σε επίπεδο νομού, την περίοδο 1971-1991 και σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Σ.Υ.Ε., παρατηρείται μια διαρκής μείωση των απασχολούμενων στον πρωτογενή τομέα και μια αύξηση του τριτογενούς, με μια σχετικά σταθερή πορεία της απασχόλησης στο δευτερογενή τομέα. Οι κυρίαρχοι οικονομικοί τομείς είναι ο πρωτογενής που απασχολεί το 41,32% των εργαζομένων (35.409 άτομα) και ο τριτογενής που απασχολεί το 31,45% (26.952 άτομα) ενώ δευτερογενής τομέας παρουσιάζεται συρρικνωμένος αφού απασχολεί μόλις το 13,70% των εργαζομένων (11.744 άτομα).
Το ποσοστό της ανεργίας στο νομό, την περίοδο 1971-1994, παρουσίασε σημαντική άνοδο. Έτσι το 1981 η ανεργία ήταν μόλις 3,9%, ενώ το 1991 έφτασε το 9,6% και το 1994 το 10,1%. Παράλληλα, το ποσοστό του ενεργού πληθυσμού μειώθηκε σημαντικά από το 40,4% του 1981, στο 37,6% το 1991 και 36,6% το 1994.

Πρωτογενής τομέας

Οι κλιματολογικές συνθήκες καθώς και η μορφολογία των καλλιεργούμενων εδαφών που επικρατούν στην περιοχή του νομού, ευνοούν την παραγωγή μεγάλης ποικιλίας αγροτικών προϊόντων (καλαμπόκι, μηδική, σιτάρι, πατάτες, καπνό). Χαρακτηριστικό είναι ότι, στο νομό περίπου το 57% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων αρδεύονται. Το μεγαλύτερο τμήμα της γεωργικής γης καταλαμβάνεται από αροτραίες καλλιέργειες και ακολουθούν οι δενδρώδεις (το μεγαλύτερο μέρος των οποίων αποτελούν οι ελαιώνες) ενώ σημαντική έκταση καταλαμβάνουν και οι αγραναπαύσεις. Η κτηνοτροφία, είναι ιδιαίτερα σημαντική στο νομό και ασκείται συμπληρωματικά με την γεωργία, με τη δομή του κλάδου να είναι παραδοσιακή με μικρές, οικογενειακού τύπου, κτηνοτροφικές μονάδες. Η έκταση των βοσκοτόπων είναι σημαντική (περίπου 45% των εκτάσεων του νομού) ενώ υπάρχουν σημαντικές γεωργικές εκτάσεις που καλύπτονται με καλλιέργειες παραγωγής ζωοτροφών (μηδική, καλαμπόκι). Σημαντική είναι και η αλιεία, που ενισχύεται σημαντικά λόγω της ύπαρξης σημαντικών λιμνών και ποταμών στο νομό αλλά και εξαιτίας της ύπαρξης φυσικών λιμνοθαλασσών σημαντικής έκτασης. Βασικά είδη αλιευμάτων είναι τα χέλια, οι κέφαλοι, τα λαβράκια, οι τσιπούρες κ.ά.

Δευτερογενής τομέας

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο δευτερογενής τομέας στο νομό Αιτωλοακαρνανίας παρουσιάζει συρρίκνωση και δεν παρουσιάζει καμία εξειδίκευση. Συγκέντρωση της μεταποιητικής δραστηριότητας παρουσιάζεται στην περιοχή του Αγρινίου και δευτερευόντως στο Μεσολόγγι καθώς και κατά μήκος της Ε.Ο. Αντιρρίου-Μεσολογγίου-Αγρινίου-Αμφιλοχίας. Στο νομό, οι κυριότεροι κλάδοι του δευτερογενούς τομέα είναι αυτοί των ειδών διατροφής, ένδυσης-υπόδησης καθώς και των μεταφορών.

Τριτονενης τομέας

Παρά την αύξηση της συμμετοχής του τριτογενή τομέα στο ΑΕΠ και στην απασχόληση, ο νομός δεν παρουσιάζει εξειδίκευση. Ιδιαίτερα σημαντικοί κλάδοι είναι οι επικοινωνίες, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, η δημόσια διοίκηση και η άμυνα και οι λοιπές υπηρεσίες. Η συμμετοχή του τουρισμού δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική αλλά παρουσιάζει σημαντικές δυνατότητες, εξαιτίας των σημαντικών φυσικών και πολιτιστικών πόρων που διαθέτει. Ο τουρισμός είναι κυρίως παραθεριστικός, οικογενειακής μορφής και στηρίζεται σε ημεδαπούς τουρίστες. Για την περίοδο 1981-1994, συνοπτικά αναφέρεται ότι, οι συνολικές αφίξεις στο νομό αυξήθηκαν όπως αυξήθηκαν οι αφίξεις των ημεδαπών, όμως παράλληλα μειώθηκαν οι αφίξεις των αλλοδαπών. Επίσης, οι συνολικές διανυκτερεύσεις αυξήθηκαν όπως αυξήθηκαν οι διανυκτερεύσεις των ημεδαπών και αντίθετα μειώθηκαν οι διανυκτερεύσεις των αλλοδαπών. Οι ξενοδοχειακές κλίνες στο νομό αυξήθηκαν από 1.967 το 1981, σε 2.489 το 1991, 2.909 το 1994 και 2967 το 1997. Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται το ξενοδοχειακό δυναμικό του νομού και της περιφέρειας, κατά κατηγορία, για το έτος 1997.

4.4.1.5 Παραγωγικοί τομείς - Φυσικοί πόροι - Τουρισμός
4.4.1.5.1 Γεωργία

Το 1991 η γεωργική γη (καλλιεργούμενες εκτάσεις και αγραναπαύσεις) στο Νομό ανήλθε σε 1.206,7 χιλ. στρέμματα ή 22,1% της έκτασης του Νομού, ενώ τα αντίστοιχα μεγέθη για την επαρχία Βονίτσης - Ξηρομέρου και τον Αστακό ήταν 438,1 (30,53%) και 16,9 (23,28%).
Βασικές ζώνες καλής γεωργικής γης στην επαρχία Βονίτσης - Ξηρομέρου είναι:
Κάτω Αχελώου (πεδιάδα Νεοχωρίου - Κατοχής- Λεσινίου)
Βόνιτσας - Μοναστηρακίου Μικρότερες εστίες καλής γεωργικής γης εμφανίζονται στις περιοχές:
- Ακτίου
- Μύτικα
- Χρυσοβίτσας
- Αγραμπέλου
- Κάτω Χρυσοβίτσας

Εξ αιτίας του τεράστιου υδατικού του δυναμικού, ο Νομός Αιτωλ/νίας είναι ένας από τους καλύτερα αρδευόμενους νομούς της Ελλάδας. Οι αρδευόμενες εκτάσεις καλύπτουν, για το 1991, το 58,21% της συνολικής γεωργικής γης του Νομού, έναντι 40,13% του μέσου όρου της χώρας.
Σε ότι αφορά το είδος των καλλιεργούμενων προϊόντων, σε επίπεδο επαρχίας, αυτά είναι: σιτάρι, καλαμπόκι, μηδική, πατάτα, βαμβάκι, καπνός, εσπεριδοειδή, οπωροφόρα και ελαιόδεντρα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ για το έτος 1991, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις της Κοινότητας Αστακού κατανέμονται κατά είδος παραγωγής όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.22. : Έκταση και ποσοστιαία (%) σύσταση καλλιεργούμενων εκτάσεων κατά είδος παραγωγής (1991).

Από την προαναφερθείσα έκταση, το μεγαλύτερο τμήμα βρίσκεται στο κτήμα Λεσινίου. Το κτήμα Λεσινίου εξαγοράστηκε από το Ελληνικό δημόσιο το 1960, ενώ με νόμο που ψηφίστηκε το 1979 προβλέφτηκε η διανομή του σε καλλιεργητές. Οι διανομές άρχισαν το 1980-81. Το κτήμα Λεσινίου ανήκει διοικητικά στους Δήμους Λεσινίου, Κατοχής και Αστακού. Βορείως του Αστακού βρίσκεται ο κάμπος Καραϊσκάκη, όπου καλλιεργείται κυρίως καπνός. Υπάρχουν και αρκετά ελαιόδεντρα.

4.4.1.5.2 Κτηνοτροφία

Η μορφολογία του Νομού και το είδος των παραγόμενων προϊόντων ευνοούν σημαντικά την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας (βοσκότοποι στις ημιορεινές και ορεινές ζώνες, καλλιέργεια μηδικής και καλαμποκιού στις πεδινές). Η πεδιάδα του Κάτω Αχελώου είναι μία από τις δύο βασικότερες κτηνοτροφικές ζώνες του Νομού.
Όπως φαίνεται και στον ακόλουθο πίνακα, στην άμεση περιοχή του έργου, παρουσιάστηκε σημαντική πτώση του αριθμού των εκτρεφομένων ζώων, εκτός των βοοειδών που παρουσίασαν αύξηση, και των παραγόμενων κτηνοτροφικών προϊόντων.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.23. : Αριθμός ζώων κατά κατηγορία.

4.4.1.5.3 Αλιεία

Ο βασικός αλιευτικός χώρος του Νομού είναι η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού-Μεσολογγίου, ττου καταλαμβάνει επιφάνεια 130.000 στρεμ., περίπου, με ετήσια παραγωγή, για το 1987, 700 τόνους αλιεύματα.
Η παραγωγή των 5 λιμνών του Νομού, που καταλαμβάνουν 100.000 στρεμ., περίπου, είναι 15 τόνοι ετησίως.
Η παράκτια αλιεία καλύπτει 230-250.000 στρεμ. αλιευτικών πεδίων και απασχολεί 230-250 επαγγελματίες αλιείς.
Η θαλάσσια αλιεία απασχολεί 766 αλιευτικά σκάφη, μικρά και μεγάλα, και 1100 άτομα περίπου (1982), ενώ η παραγωγή έφθασε το ίδιο έτος τους 5.500 τόνους αλιευμάτων στην θαλάσσια περιοχή που εκτείνεται από τον Αμβρακικό μέχρι τον Πατραϊκό Κόλπο.
Για την άμεση περιοχή του έργου (κυρίως για τον οικισμό Αστακού) η αλιεία είναι βασικός πόρος. Η αλιεία αποτελεί την ενασχόληση πολλών κατοίκων (65 οικογένειες) και τα αλιεύματα τροφοδοτούν τόσο την ευρύτερη περιοχή όσο και τις πόλεις των Αθηνών και της Πάτρας.

4.4.1.5.4 Ορυκτός Πλούτος

Ο ορυκτός πλούτος του Νομού είναι περιορισμένος και περιλαμβάνει
Μάρμαρα τύπου Μεσολογγίου (κίτρινα) που εντοπίζονται σε αρκετά σημεία στο Νομό, όπως στην Αμφιλοχία και κυρίως στον Αστακό. Τα νταμάρια της περιοχής Αστακού έβγαζαν κάποτε περίφημες λιθογραφικές πλάκες, ενώ υπήρχε και εργοστάσιο επεξεργασίας τους (γερμανικών συμφερόντων) που στη συνέχεια τις εξήγαγε και προμήθευε κυρίως την αγορά της Γερμανίας.
Γύψος, βρίσκεται στις περιοχές Μεσολογγίου-Αιτωλικού, Αμφιλοχίας, Βόνιτσας, Λίμνης Οζερού.
Γαιάνθρακες, τα πιθανά και δυνατά αποθέματα εκτιμούνται σε 7.000 τόνους.
- Λιγνίτες εντοπίστηκαν σε διάφορα σημεία όπως στην Κονοπίνα Ξηρομέρου, καθώς και στις περιοχές Σταμνά και Αγ.Ηλίας 30-35 km., ΝΔ του Αγρινίου. Εκεί υπάρχουν αποθέματα 1.500.000 τόνων σε κοιτάσματα πάχους 0,40-2,60 μέτρων.
- Υδρογονάνθρακες, ενδιαφέρον παρουσιάζει το θέμα της ύπαρξης πετρελαίου στο υπέδαφος του Νομού, γι' αυτό και έγιναν γεωτρήσεις σε διάφορα σημεία του.
Στην Κλεισούρα, 20 km. νοτίως του Αγρινίου εντοπίστηκε το 1963 πετρέλαιο σε βάθος 3.800 μέτρα, οι δοκιμές όμως άντλησης έδειξαν ότι πρόκειται για μικρό και συνεπώς ασύμφορο κοίτασμα.
Εξάλλου υδρογονάνθρακες έχουν εντοπιστεί στο Αιτωλικό και στον Μύτικα, ενώ ανατολικά της Αμβρακίας και του Οζερού έχει ανευρεθεί άσφαλτος. Πετρέλαιο αναβλύζει μαζί με τα ιαματικά νερά της πηγής του Αγίου Βαρβάρου.
Ορυκτό άλας, στην Κλεισούρα και τον Αστακό βρέθηκαν, έπειτα από γεωτρήσεις, αποθέματα ορυκτού άλατος. Επειδή βρίσκεται σε μεγάλο βάθος η εξόρυξη-εκμετάλλευσή του κρίνεται οικονομικά ασύμφορη.
Τέλος, υπάρχουν, θείο στην πεδιάδα της Κατοχής, βωξίτης και σίδηρος στην περιοχή της Ναυπάκτου και σιδηρομαγγάνιο στην Αμφιλοχία.
Στην περιοχή του Αστακού η μόνη μέχρι σήμερα εκμετάλλευση ορυκτού πλούτου είναι δυο μικρά λατομεία που λειτουργούν περιοδικά, ανάλογα με τις ανάγκες της περιοχής και βγάζουν χαλίκι.
Και τα δύο λατομεία βρίσκονται πάνω στην οδό Αστακού - Αιτωλικού σε απόσταση ένα (1) και έξι (6) km αντίστοιχα από τον οικισμό Αστακού.

4.4.1.5.5 Δασικός Πλούτος

Το σύνολο των δασικών εκτάσεων του Νομού ανέρχεται σε 3,8 εκ.στρέμ. ή 66% της συνολικής έκτασης του Νομού. Στην επαρχία Βονίτσης - Ξηρομέρου υπάρχουν περίπου 1,85 εκ.στρέμ. δασικών εκτάσεων.
Στην ευρύτερη περιοχή του Αστακού δεν υπάρχουν δάση εκτός από ένα μικρής έκτασης δάσος στην περιοχή του Λεσινίου, εκατέρωθεν του δρόμου Αστακού - Αιτωλικού, μετά τις πηγές Αγ.Δημητρίου, περίπου 20 km από τον Αστακό. Το δάσος αυτό, έκτασης 500 στρεμμάτων, είναι το μοναδικό δάσος φράξου στην Ελλάδα. Η υπόλοιπη περιοχή, όπου δεν είναι καλλιεργημένη, καλύπτεται από βελανιδιές, αγριελιές και αγριοαπιδιές (αραιές, δεν συνιστούν δάση), καθώς και αραιή χαμηλή βλάστηση.
Στην περιοχή του Αστακού, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ, υλοτομήθηκαν, το έτος 1980, 17 τόνοι καυσόξυλα.

4.4.1.5.6 Βιομηχανία

Ο Νομός στο σύνολο του δεν έχει ανεπτυγμένο Δευτερογενή Τομέα. Η κυρίως βιομηχανία αποτελείται από κατά 86% από ατομικές και μικρές μονάδες, ενώ το υπόλοιπο 14% αφορά μονάδες μεσαίου μεγέθους (απασχόληση άνω τον 100 ατόμων ανά μονάδα).
Η βιομηχανική δραστηριότητα είναι κυρίως μεταποιητική και συγκεντρώνεται κατά 21% της συνολικής απασχόλησης σε βιομηχανίες ειδών διατροφής (εκτός ποτών), 16% στην καπνοβιομηχανία, 10% σε βιομηχανίες ειδών υπόδησης - ενδυμασίας, 6% σε βιομηχανίες ξύλου (εκτός επιπλοποιίας).
Στο Νομό έχουν νομοθετηθεί δύο ΒΙ.ΠΕ., Αγρίνιο και Μεσολόγγι, εκτός αυτής που εξετάζεται στην παρούσα μελέτη.

4.4.1.5.7 Τουρισμός

Η περιοχή του Ιονίου Πελάγους, από τις εκβολές του Αχελώου μέχρι την Περατιά (δυτικά της Βόνιτσας), διαθέτει στενές και βραχώδεις παραλίες με μόνες εξαιρέσεις τους όρμους Μύτικα και Πάλαιρου, όπου υπάρχει βότσαλο και άμμος. Η διαύγεια του νερού σε όλο το μήκος των ακτών είναι μεγάλη, η βλάστηση είναι χαμηλή και αρκετά αραιή. Τουριστικές περιοχές είναι ο Μύτικας, ο Αστακός και η Πάλαιρος.
Τοπία φυσικού κάλλους σε ολόκληρο το Νομό έχουν χαρακτηριστεί μόνο οι περιοχές Κλεισούρας και Βαράσοβας, ενώ σημαντικό είναι και το δάσος Φράξου.
Η ξενοδοχειακή υποδομή του Νομού είναι σχετικά φτωχή. Στους πίνακες που ακολουθούν δίνονται στοιχεία που αφορούν στη δυναμικότητα των ξενοδοχειακών μονάδων και λοιπών καταλυμάτων, και στην τουριστική κίνηση.
Στην περιοχή του Αστακού υπάρχει και ένας αριθμός ενοικιαζόμενων δωματίων που υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις 50 κλίνες. Camping δεν υπάρχουν στην άμεση περιοχή.
Η περιοχή Αστακού - Μύτικα, παρόλο που δεν είναι τουριστική ζώνη με οργανωμένη μορφή, μπορεί να θεωρηθεί ότι διαθέτει κάποια ανάπτυξη. Η περιοχή αυτή έχει μήκος ακτών 30 km περίπου, με ποικιλία ακτών, μέτριας όμως ποιότητας. Στην περιοχή αυτή εντάσσεται και το νησάκι Κάλαμος με εξαιρετικής ποιότητας φυσικό περιβάλλον.
Η περιοχή Αστακού συγκεντρώνει την καλοκαιρινή περίοδο, σύμφωνα με στοιχεία των τοπικών φορέων (έτος 2001), πληθυσμό που ξεπερνά τα 10.000 άτομα (συνολικός πληθυσμός)

ΠΙΝΑΚΕΣ 4.24 - 4.25 - 4.26 : Ξενοδοχειακό δυναμικό κατά κατηγορία νομού Αιτωλοακαρνανίας και Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. - Αφίξεις και διανυκτερεύσεις Αλλοδαπών και ημεδαπών. (Πηγή: Ε.Σ.Υ.Ε.). - Αριθμός και διανυκτερεύσεις τουριστών (Νομός).

4.5 ΥΠΟΔΟΜΕΣ
4.5.1 Δίκτυο Μεταφορών

Κύριο χαρακτηριστικό στο Νομό είναι η μονομερής ανάπτυξη των οδικών μεταφορών, χωρίς να βρίσκονται σε ικανοποιητικό επίπεδο, αντίθετα με τις θαλάσσιες και σιδηροδρομικές συγκοινωνίες, οι οποίες είναι παραμελημένες.
Οι βασικοί οδικοί άξονες που συνδέουν την περιοχή με την υπόλοιπη Ελλάδα είναι:
Ε.Ο. Αντιρρίου - Ιωαννίνων
Ε.Ο. Αντιρρίου - Ναυπάκτου - Ιτέας
Ε.Ο. Αγρινίου - Ναυπάκτου - Λαμίας
Κύριο πρόβλημα, όσον αφορά στις οδικές συγκοινωνίες, είναι η διακοπή του οδικού άξονα στο Αντίρριο (Ρίο - Αντίρριο), με αποτέλεσμα την «προβληματική» σύνδεση του Νομού με άλλους εθνικούς οδικούς άξονες. Το πρόβλημα έλυσε η γέφυρα που συνέδεσε το Ρίο με το Αντίρριο (Ζεύξη Ρίου - Αντιρρίου), ενώ στην ανάπτυξη των συγκοινωνιών συντελούν η Υποθαλάσσια Ζεύξη Ακτίου - Πρέβεζας καθώς και ο Δυτικός Άξονας Βορρά - Νότου της Χώρας (Κακαβιά -Καλαμάτα, σύνδεση και με την Εγνατία Οδό) ή Ιόνια Οδός που βρίσκονται σε φάση υλοποίησης.
Στο σημείο αυτό κρίνεται αναγκαίο να επισημανθεί ότι για την ανάπτυξη του λιμανιού της ΝΑΒΙΠΕ και την σύνδεση του με τις μεταποιητικές και βιομηχανικές μονάδες της ενδοχώρας, που βρίσκονται κυρίως στην περιοχή του λεκανοπεδίου Αττικής, θα πρέπει να επιταχυνθεί η κατασκευή του τμήματος της Ιόνιας Οδού και ειδικά το τμήμα από Αντίρριο έως την παράκαμψη Αγρινίου.
Το διανομαρχιακό οδικό δίκτυο χωρίζεται σε δύο κατηγορίες, τους πρωτεύοντες και δευτερεύοντες οδικούς άξονες:
Στο πρωτεύον οδικό δίκτυο του Νομού συμπεριλαμβάνονται οι παρακάτω οδικοί άξονες:
- Βόνιτσος - Παλαίρου - Μύτικα - Αστακού - Αιτωλικού
- Αστακού - Αγγελόκαστροα - Αγρινίου Μεσολογγίου - Αστακού
Ιδιαίτερη σημασία έχει ο άξονας Αστακού - Αγρινίου, ο οποίος συνδέει το υπό ανάπτυξη λιμάνι του Αστακού με το Αγρίνιο, την ΒΙ.ΠΕ. Αγρινίου καθώς και με το σύνολο των παραπάνω οδικών αξόνων, για το οποίο θα πρέπει να προβλεφθεί ότι με την λειτουργία του λιμανιού η κίνηση θα είναι αυξημένη και μάλιστα με οχήματα βαρέως τύπου (όπως νταλίκες).
Τα πρωτεύον οδικό δίκτυο του Νομού, όσον αφορά στους πρωτεύοντες οδικούς άξονες, βρίσκεται γενικά σε καλή κατάσταση, αλλά επιβάλλεται η επέκταση του προς τις προβληματικές περιοχές και γενικότερα η βελτίωση του, κυρίως τα κομβικά σημεία με τους κύριους άξονες.
Όσον αφορά στους δευτερεύοντες άξονες, η κατάσταση τους είναι γενικά κακή.
Το Υφιστάμενο και Προγραμματιζόμενο Οδικό Δίκτυο της περιοχής παρουσιάζεται παρακάτω
Σιδηροδρομικό δίκτυο δεν υπάρχει στην περιοχή.

ΣΧΗΜΑ 4.12. : Χάρτης Υφισταμένου και Προγραμματιζόμενου Οδικού δικτύου.

4.5.2 Λιμένες - Αεροδρόμια

Παρόλο που ο Νομός έχει ακτές μήκους 400 χλμ., η επιβατική και εμπορευματική κίνηση από την θάλασσα είναι ελάχιστη (πλην του πορθμείου Ρίου - Αντιρρίου και του Αστακού με την Κεφαλονιά και την Ιθάκη). Στην περιοχή υπάρχουν και μικρά λιμάνια, Ναυπάκτου, Αμφιλοχίας, Βόνιτσας, Μύτικας, με μικρή εμπορευματική κίνηση, τα οποία έχουν κυρίως αλιευτικό και τουριστικό χαρακτήρα.
Στο Νομό υπάρχουν δύο αεροδρόμια, το αεροδρόμιο Αγρινίου το οποίο έχει παύσει να λειτουργεί από το 1977 σαν ασύμφορη οικονομικά γραμμή και το αεροδρόμιο του Ακτίου το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για στρατιωτικούς σκοπούς και την εξυπηρέτηση charters.

4.5.3 Δίκτυα Υδρεύσεως - Αποχετεύσεως

Ο οικισμός Αστακού διαθέτει δίκτυο ύδρευσης και δεξαμενή, η οποία τροφοδοτείται από διάφορες πηγές.
Όσον αφορά στη διαχείριση των λυμάτων του οικισμού, η πόλη του Αστακού διαθέτει δίκτυο αποχέτευσης και εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων.

4.5.4 Απορρίμματα

Εκτός του Δήμου της Ι.Π. Μεσολογγίου το σύνολο της περιοχής μελέτης δεν διαθέτει χώρους υγειονομικής ταφής των απορριμμάτων, με συνέπεια την διάθεση τους σε διάφορους χώρους και την καύση τους σε μερικές περιπτώσεις.
Συγκεκριμένα, ο Δήμος Ι.Π. Μεσολογγίου εξυπηρετείται από ΧΥΤΑ που βρίσκεται στη θέση «Άγιος Συμεών Ακτημόνων». Μέχρι πρότινος η διάθεση των απορριμμάτων γινόταν στα αλίπεδα και τα αναχώματα της Κλείσοβας. Παράλληλα, η ευρύτερη περιοχή Ναυπάκτου διαθέτει τα απορρίμματα της στις εκβολές του Μόρνου, ενώ η ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου διαθέτει τα απορρίματά της σε θέση η οποία ανήκει στην παλαιά κοίτη του Αχελώου.

4.5.5 Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου

Το Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου δεν έχει επεκταθεί στην περιοχή (βλ. Σχήμα 2.10 του κεφαλαίου 2). Υπάρχουν προβλέψεις για επέκταση του στο μέλλον, στα πλαίσια διασύνδεσης με τον αγωγό South Stream.

4.5.6 Διασυνδεδεμένο Σύστημα Μεταφοράς Ηλ. Ενέργειας

Στο Νομό υπάρχουν σε λειτουργία τα υδροηλεκτρικά έργα των Κρεμαστών, Καστρακίου και Στράτου, συνολικής ισχύος 900 MW.
Στην περιοχή του Αστακού υπάρχει δίκτυο μέσης τάσης, ενώ δίκτυο υψηλής τάσης υπάρχει σε απόσταση 20 km περίπου στον οδικό άξονα Αγρινίου - Άρτας.
Το πιο κοντινό Κέντρο Υψηλής Τάσης (Κ.Υ.Τ) είναι του Αχελώου σε απόσταση περίπου 40Km. (βλ. Σχήμα 2.13 του κεφαλαίου 2)

4.5.7 Επεκτάσεις Δικτύων

Είναι προφανές ότι με την υλοποίηση των νέων δραστηριοτήτων θα απαιτηθούν επεκτάσεις των ενεργειακών δικτύων, τόσο του ηλεκτρικού, όσο και του δικτύου Φ.Α. ώστε οι νέες εγκαταστάσεις της ΝΑ.ΒΙ.ΠΕ. να συνδεθούν με τον κορμό των δικτύων της χώρας.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μελετώνται:
• Η ηλεκτρική διασύνδεση της μονάδας ηλεκτροπαραγωγής με το ΚΥΤ Αχελώου μέσω υπογείου αγωγού 400KV.
• Η ηλεκτρική διασύνδεση της μονάδας ηλεκτροπαραγωγής με την Ιταλία μέσω υποβρυχίου αγωγού HVDC.
• Η σύνδεση της μονάδας αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG με τον ελληνοϊταλικό αγωγό Φ.Α.
• Η σύνδεση της μονάδας αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG με το ΕΣΦΑ στη Μεγαλόπολη μέσω Πατρών.

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ

Αιτωλοακαρνανία

Ο νομός Αιτωλοακαρνανίας είναι περιοχή με σημαντικές ιστορικές πόλεις και πλούσια μυθική παράδοση, η οποία συνδέεται με την δράση των δύο φυλών της, των Αιτωλών και των Ακαρνάνων, οι οποίοι έδρασαν χωριστά στην διάρκεια της αρχαιότητας. Πρώτοι κάτοικοι της περιοχής (Αιτωλίας και Ακαρνανίας) θεωρούνται οι Λέλεγες. Οι κάτοικοι της Αιτωλίας πήραν το όνομα τους από τον μυθικό ήρωα Αιτωλό. Οι Αιτωλοί εμφανίζονται σε κοινή δράση με τους άλλους Έλληνες κυρίως μετά τον 5° αιώνα μ.Χ. Στην διάρκεια των Βυζαντινών χρόνων άνηκε στο θέμα της Νικόπολης. Στην διάρκεια της Φραγκοκρατίας, η Αιτωλία κατακτήθηκε αρχικά από τον Λατίνο αυτοκράτορα (1204), ενώ αργότερα αποσπάστηκε και αποτέλεσε μαζί με την Ακαρνανία και την Ήπειρο, τμήμα του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Η Αιτωλία και η Ακαρνανία καταλήφθηκαν από τους Τούρκους (1450-51) και έκτοτε οι τύχες τους ταυτίστηκαν και εξετάζονται μαζί.
Τα σημαντικότερα μουσεία και αρχαία, βυζαντινά και νεώτερα μνημεία του Νομού παρουσιάζονται συνοπτικά ακολούθως
Μουσεία
1. Αρχαιολογικό Μουσείο Αγρινίου
2. Αρχαιολογικό Μουσείο Θυρείου
3. Μουσείο Ιστορίας και Τέχνης Δήμου Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου
4. Αρχαιολογικό Μουσείο Θέρμου
5. Λαογραφικό Μουσείο Αιτωλοακαρνανίας
6. Οικία Παλαμά (Μεσολόγγι) Αρχαία και Βυζαντινά Μνημεία
1. Λαφριαίον - Ιερό Λαφρίας Αρτέμιδος και Απόλλωνος Λαφρίου
2. Ηρώο Καλυδώνος
3. Ναός Διός Στράτου
4. Αρχαίος Θέρμος
5. Αρχαιολογικός Χώρος Οινιάδων
6. Αρχαιολογικός Χώρος Πλευρώνος
7. Ρωμαϊκές Θέρμες Αγίου Θωμά Μεσολογγίου
8. Παναξιώτισσα
9. Κάστρο Ναυπάκτου

Νεώτερα Μνημεία
Ωρολόγιο - Κωδωνοστάσιο Ναυπάκτου
Αρχαιολογικοί χώροι στην ευρύτερη περιοχή είναι:
- Το ερειπωμένο μεσαιωνικό φρούριο του Αγγελόκαστρου Το κάστρο Βόνιτσας

Αστακός
Προϊστορική επογή

Στα προϊστορικά χρόνια ο Αστακός απαντάται με το ίδιο όνομα. Όνομα που οι ρίζες του ανάγονται στην εποχή των προελλήνων. Κατοίκηση της περιοχής έχουμε από την νεολιθική εποχή μέχρι το τέλος της μυκηναϊκής εποχής. Αυτό το συμπεραίνουμε από τα ευρήματα στο σπήλαιο του Αγίου Νικολάου (κεραμικά και όστρακα υστερομυκηνάίκά) και του σπηλαίου βόρεια του κάστρου (Γράβα, υστερομυκηνάίκά κεραμικά) από την αγγλίδα αρχαιολόγο S.BENTON καθώς και τα νεώτερα στοιχεία που ήρθαν στο φως από τα ευρήματα του Πλατυγιαλίου κατά την διάρκεια κατασκευής του λιμανιού. Στο Πλατυγιάλι εντοπίστηκαν λείψανα τοίχων, όστρακα, τεμάχια αγγείων, παιδικές ταφές μέσα σε αγγεία με τους σκελετούς σε συνεσταλμένη στάση, κρανία, λεπίδες από οψιανό και πυριτόλιθο, μυλόλιθοι και τριπτήρες.

Κλασσική επογή

Στην κλασσική εποχή έχουμε διάφορες αναφορές για την πόλη. Αναφορές που μας δείχνουν ότι ο Αστακός εξακολουθούσε να υπάρχει την περίοδο της κλασσικής εποχής.
Κατά την Μακεδόνικη κυριαρχία ο Αστακός (350 π.Χ.) είχε το δικό του νόμισμα όπου εικονίζεται το γνωστό οστρακόδερμο, πράγμα το οποίο ενισχύει την διατυπωθείσα εκδοχή περί του ονόματος του, και τα αρχικά γράμματα ΑΣ.

Ρωμαϊκή επογή

Υπό την αρχηγία του Λεύκιου Φλαμινίνου οι Ρωμαίοι υποχρεώνουν σε ήττα τους Έλληνες (Κυνός Κεφαλές). Όλη η Ακαρνανία υποτάσσεται στους Ρωμαίους και ο Αστακός ακολουθεί την τύχη της Ακαρνανίας.
Στην περιοχή του Αστακού τα ευρήματα της Ρωμαϊκής εποχής είναι ελάχιστα. Βρέθηκε μια ρωμαϊκή οπτόλιθος με σφραγίδα - ΑΣΠ, η οποία βρίσκεται στο μουσείο Αγρινίου, ένα κιονόκρανο Κορινθιακού ρυθμού και μια επιγραφή. Για την επιγραφή υπάρχουν αμφιβολίες αν είναι της Ρωμαϊκής εποχής, καθώς ο Heuzey, χωρίς ο ίδιος να την έχει δει, μας αναφέρει ότι είναι της εποχής αυτής, κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό από την περιγραφή των κατοίκων. Το τελευταίο εύρημα ήταν μια ρωμαϊκή έπαυλη που βρέθηκε κατά την ανέγερση των αποθηκών της Αγροτικής Τράπεζας, η οποία θάφτηκε χωρίς να αξιοποιηθεί.

Βυζαντινή επογή και Φραγκοκρατία

Στην Βυζαντινή εποχή ο Αστακός επανεμφανίζεται με διαφορετικό όνομα ως πόλη Βυζαντινή, «Δραγαμεστός» (Δ. Ζακυνθινός, «Άγιος Βάρβαρος», 1960 σελ.448) μεταξύ των ετών 827-829. Όλη η περιοχή της Ακαρνανίας δέχεται τις επιθέσεις πειρατών. Μετά την τέταρτη σταυροφορία δημιουργήθηκε από τη δυναστεία των Αγγέλων το δεσποτάτο της Ηπείρου (1204 - 1296). Σ' αυτό συμπεριλήφθηκε η Ακαρνανία και μαζί της ο Αστακός.
Το σημαντικότερο γεγονός αυτή την εποχή ήταν η ναυμαχία του Lepando που διεξήχθη στον κόλπο του Αστακού και συγκεκριμένα στο θαλάσσιο χώρο των Εχινάδων νήσων που περιβάλλουν τον κόλπο του. Κατά την ναυμαχία αυτή ο ενωμένος χριστιανικός στόλος συνέτριψε τον Τουρκικό στόλο. Ακόμη και σήμερα ψαράδες ανασύρουν παλιές άγκυρες και διάφορα άλλα αντικείμενα από τα βυθισμένα πλοία.

Τουρκοκρατία

Η περιοχή κατακτήθηκε από τους Τούρκους μετά το 1449 μ.Χ. Το λιμάνι του Αστακού χρησιμοποιήθηκε κατά την επανάσταση του 1821 πολλές φορές ως επίνειο της μαρτυρικής πόλης του Μεσολογγίου. Επίσης, κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα ο στρατηγός της Ρούμελης Καραϊσκάκης τον επέλεξε για να εγκαταστήσει το στρατόπεδο του.

Νεότερη

Πρώτη συνοικία που κατοικήθηκε ήταν η Λούτσαινα από οικογένειες κτηνοτρόφων. Στη θέση της σημερινής παραλίας ήταν το "Σκάλωμα Δραγαμέστου" δηλ. το αγκυροβόλιο. Από εδώ γίνονταν το εμπόριο και η επικοινωνία με τα Επτάνησα. Στη συνέχεια, στα νεότερα χρόνια, έχουμε το μπάζωμα της παραλίας και το χτίσιμο των πρώτων σπιτιών γύρω στα 1809 - 1885, σύμφωνα με τον Κουτσαλέξη. Το 1838 δημιουργείται ο δήμος Αστακού με έδρα το Δραγαμέστο. Το 1840 γίνεται πάλι δήμος με έδρα το Δραγαμέστο. Το 1912 παίρνει το όνομα Αστακός και γίνεται ανεξάρτητη κοινότητα.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα και διάφορες μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων βεβαιώνουν ότι στην περιοχή, από τα χρόνια τις προϊστορίας, αναπτύχθηκε ένας αξιόλογος πολιτισμός. Δείγματα αυτού του αρχαίου πολιτισμού δεν έχουν βρεθεί πολλά. Στην συνέχεια παρουσιάζονται οι χώροι που βρέθηκαν αυτά τα αρχαία καλλιτεχνήματα τα οποία βρίσκονται στο Μουσείο Αγρινίου.
Στην περιοχή του Αστακού σημειώνουμε τα ερείπια της αρχαίας πόλης, με ίχνη υδραγωγείου, το ναό του Διός Καρνού, τα ερείπια από Βενετσιάνικα κάστρα, τάφους αρχόντων κ.ά. Επίσης, το μοναστήρι του προφήτη Ηλία του 15ου αιώνα (7 km Βορείως του Αστακού, κοντά στο χωριό Καραϊσκάκης), όπου είχε το στρατηγείο του ο Καραϊσκάκης. Τέλος, το σπήλαιο του Κύκλωπα, σε απόσταση 1 km από τον Αστακό.

Το κάστρο της υεσαιωνικής πόλης του Αστακού

Στην ΒΔ πλευρά της πόλης στο δρόμο προς Αγρίνιο βρίσκεται το κάστρο της παλαιάς πόλης του Αστακού κτισμένο το 1003 μ.Χ. από τον Βασίλειο τον Β' τον Βουλγαροκτόνο το οποίο θεωρείται ως ένα από τα πιο σημαντικά οχυρά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στην περιοχή του Ιονίου. Το κάστρο άλλαξε πολλές φορές ιδιοκτήτη καθώς δέχτηκε τις επιθέσεις των Αγαρηνών πειρατών, καταλήφθηκε από τους Καταλανούς και αργότερα πέρασε στα χέρια των Αλβανών. Σήμερα είναι εγκαταλελειμμένο. Σ' αυτό ο επισκέπτης μπορεί να δει τα ίχνη των αρχαίων και βυζαντινών τειχών του καθώς και τα ερείπια τριών χριστιανικών ναών όπως της Αγίας Κυριακής, Αλεξάνδρου, Αικατερίνης ή της Θεοτόκου. Απ' αυτούς ο τρίτος παρουσιάζει ενδιαφέρον. Βρίσκεται στο κέντρο της μεσαιωνικής πόλης του Αστακού και από τις διαστάσεις του (17,30 Χ 14,45 μ.) συμπεραίνουμε ότι πρόκειται για μεγάλο οικοδόμημα. Είναι τρίκλητη βασιλική που έχει συμπτυχθεί προς τα μέσα. Ο εξωτερικός ναός έχει ερειπωθεί σε άγνωστη εποχή και ο εσωτερικός έχει χτισθεί επί Τουρκοκρατίας. Το ιδιαίτερο γνώρισμα του εσωτερικού ναού είναι ότι χτίστηκε στο χώρο του τέμπλου του παλαιότερου ναού με μικρότερη αψίδα. Εκτός των τειχών βρίσκονται τα ερείπια αρχαίου ναού, του 4ου αιώνα, αφιερωμένου στον Καραό Δία κατά τον Κ.Α Ρωμαίο.
Νοτιότερα συναντάμε λαξευτούς τάφους και βορειότερα του τείχους στη θέση 'Τράβα" υπάρχει επίσης ένα αρχαίο κτίσμα.

Σπηλιά του Κύκλωπα

Επίσης, στη βορειοανατολική πλευρά του τείχους υπάρχει η "Σπηλιά του Κύκλωπα". Το σπήλαιο έχει πλάτος 45 μ., βάθος 15 μ. και ύψος 15 μ., και κατά την παράδοση εδώ κατοικούσε ο Πολύφημος. Ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς της Ιθάκης, τον τύφλωσε και αυτός πέταξε εναντίον του κάτι πελώριους βράχους. Αυτοί οι βράχοι βρίσκονται κάτω από την σπηλιά προς το μέρος της πεδιάδας. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας το σπήλαιο χρησιμοποιείτο ως κατοικία από τους Καλλαρύτες. Αυτοί μετά την αποτυχία της εξέγερσης τους (1821 μ.Χ.), για να αποφύγουν την οργή των Τούρκων, κατέφυγαν στην περιοχή αυτή.

Σπηλιά Βόρεια του τείχους

Ευρέθησαν υστερομυκηνάίκά κεραμικά από την Αρχαιολόγο S.BENTON. Σπηλιά Αγίου Νικολάου
Το σπήλαιο βρίσκεται περίπου 4 χιλιόμετρα από τον Αστακό και ήταν κατοικημένο την νεολιθική εποχή και εντός αυτού ευρέθησαν κεραμικά (τρίχρωμα), μικρά εργαλεία (μαχαίρια, ξύστρες, τσεκούρια) και ανθρώπινα οστά. Το υψόμετρο του σπηλαίου είναι 160 μ. οι δε διαστάσεις του είναι: ύψος 20 μ. και πλάτος 10 μ. Χωρίζεται σε τρία μέρη. Η αρχαιολόγος BENTON που το εξερεύνησε βρήκε κομμάτια αγγείων του 6ου και 3ου αιώνα, πήλινα αγγεία της νεολιθικής εποχής καθώς και οστά ανθρώπων (λεκάνη, ιερό οστό, δυο κρανία ολόκληρα, ένα κομμάτι κρανίου). Όλα τα ευρήματα αναφέρονται στο βιβλίο της BENTON

Μαραθιάς

Σ' αυτή την περιοχή υπήρχαν η αρχαία πόλη Κριθωτή (Πελασγικής προέλευσης) και τα "παλάτια της μάγισσας". Από αυτή την πόλη δεν σώζεται τίποτα, μόνο εντός της θάλασσας διακρίνονται ίχνη οικοδομημάτων. Όσον αφορά τα "παλάτια της μάγισσας" υπάρχουν μόνο τα ερείπια αυτών. Την πόλη της Κριθωτής την αναφέρει ο Στράβων "Είτα άκρα Κριθωτή και Εχινάδες και πόλις "Αστακός"

Άγιος Παντελεήύων

Όρμος εντός του κόλπου του Αστακού με άνοιγμα του προς τα δυτικά. Το πλάτος του είναι γύρω στα 400 μ. και το μήκος του 1 μίλι. Τα βάθη στο εσωτερικό του πλησιάζουν τα 15 μ. Περιβάλλεται από λόφους, γι αυτό θεωρείται ασφαλές καταφύγιο. Στο μοιχό του είναι κτισμένο εκκλησάκι του 17ου αιώνα σε ρυθμό Βασιλικής αφιερωμένου στον Άγιο Παντελεήμονα. Στο λόφο κοντά στο εκκλησάκι υπάρχουν ερείπια Ρωμαϊκού ή υστερορωμαϊκού κτηρίου με τοίχους και ψηφιδωτό δάπεδο ρωμαϊκής περιόδου.

Πλατυγιάλι

Σε απόσταση 12 χιλ. από τον Αστακό βρίσκεται ο όρμος του Πλατυγιαλίου. Ένας κλειστός όρμος που η είσοδος του προστατεύεται από τις Εχινάδες. Γειτονεύει με τον όρμο του Αγίου Παντελεήμονα και περιβάλλεται από λόφους που σχηματίζουν μια μικρή άγονη κοιλάδα. Στην υποθαλάσσια έρευνα που έγινε με αφορμή την κατασκευή του λιμανιού από την τράπεζα ΕΤΒΑ βρέθηκε προϊστορικός οικισμός. Ο πρωτοελλαδικός οικισμός στον όρμο Πλατυγιάλι, τοποθετείται στο 2.800 π.Χ. Ο οικισμός είναι ο πιο παλιός και ο μοναδικός στην Δυτική Ελλάδα, είναι δε βυθισμένος στον θαλάσσιο χώρο του όρμου και εκτείνεται σε μήκος 400 μέτρων, παράλληλα με την ακτή, και σε πλάτος 60 μέτρων. Τα υπολείμματα του οικισμού αυτού έχουν καταχωθεί αβλαβώς επί τη βάσει ειδικής μελέτης που έγινε με οδηγίες της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Στην έκταση αυτή διακρίνονται 3 οικοδομικά συγκροτήματα. Οι κάτοικοι του ασχολούνταν με τη θάλασσα όπως μαρτυρεί το ναυάγιο που βρέθηκε στο νησί Πιστρός στο σύμπλεγμα των Εχινάδων. Ίσως να γίνονταν εμπόριο οψιανού προς την υπόλοιπη Ελλάδα δια μέσου των θαλασσίων δρόμων του Κορινθιακού κόλπου και κατά μήκος των ακτών της δυτικής Ελλάδας -Ιονίων νήσων.

4.7 ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
4.7.1 Πηγές ρύπανσης στην ευρύτερη περιοχή

Πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην ευρύτερη περιοχή του έργου θεωρούνται η οδική κυκλοφορία, η κεντρική θέρμανση των οικισμών και οι βιομηχανικές -βιοτεχνικές δραστηριότητες, που απαντώνται κύρια στην περιοχή της ΝΑ.ΒΙ.ΠΕ. Αστακού.

α. Οδικό δίκτυο

Κύριοι ρυπαντές από τα οχήματα θεωρούνται τα οξείδια του αζώτου (ΝΟχ), το μονοξείδιο του άνθρακα (CO), οι υδρογονάνθρακες (HC), και τα σωματίδια (καπνός μόλυβδος). Οι εκπομπές ρύπων από την οδική κυκλοφορία εξαρτώνται από πλήθος παραγόντων όπως τα χαρακτηριστικά του οδικού δικτύου, το μέγεθος και η σύνθεση του στόλου των οχημάτων, οι υπάρχουσες συνθήκες οδικής κυκλοφορίας, οι κλιματολογικές συνθήκες κλπ.

β. Κεντρική θέρμανση

Από τη θέρμανση παράγονται οι τυπικοί ρύποι καύσης όπως ο καπνός, το διοξείδιο του θείου (S02) κλπ. Το είδος και οι ποσότητες των παραγόμενων ρύπων καθορίζονται πάντως από το είδος του καυσίμου που χρησιμοποιείται (ξύλα, πετρέλαιο θέρμανσης) και από τον τρόπο της καύσης του. Η θέρμανση είναι η μόνη πηγή ρύπανσης στην περιοχή του έργου που έχει εποχιακό χαρακτήρα (λειτουργεί μόνο τους χειμερινούς μήνες).

γ. Βιομηχανικές δραστηριότητες

Στις βιομηχανίες η ρύπανση προκαλείται από την καύση καυσίμων για παραγωγή ενέργειας, από την διαδικασία παραγωγής και από την διακίνηση πρώτων υλών και προϊόντων. Οι ρύποι που παράγονται είναι οι τυπικοί ρύποι της καύσης (καπνός, S02, ΝΟχ. HC) αλλά και άλλοι χημικοί ρύποι που συνδέονται με την παραγωγική διαδικασία (διάφορες ποικιλίες σωματιδίων και χημικών ενώσεων).

4.7.2 Πηγές ρύπανσης στην άμεση περιοχή

Οι κυριότερες πηγές αέριας ρύπανσης στην περιοχή μελέτης είναι
• Η κυκλοφορία των οχημάτων στο οδικό δίκτυο της περιοχής
• Τα σκάφη που χρησιμοποιούν τον υφιστάμενο λιμένα
• Η λειτουργία των εγκαταστάσεων της ΝΑ.ΒΙ.ΠΕ.

4.7.3 Συγκεντρώσεις ρύπων στην περιοχή

Τα επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων στην περιοχή του έργου δεν είναι γνωστά, καθώς δεν υπάρχει σταθμός μέτρησης. Λαμβάνοντας υπόψη την φυσιογνωμία της περιοχής (μορφολογικά χαρακτηριστικά και κατά κανόνα μη αστικός χαρακτήρας) αναμένονται χαμηλά, χωρίς να υπερβαίνουν τα θεσμοθετημένα όρια ποιότητας. Πιο επιβαρημένη αναμένεται να είναι η ποιότητα της ατμόσφαιρας στην περιοχή του Πλατυγιαλίου, όπου είναι εγκατεστημένη η ΝΑ.ΒΙ.ΠΕ..

4.8 ΠΙΕΣΕΙΣ ΣΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η ανθρώπινη επέμβαση και πίεση στο περιβάλλον του νομού Αιτωλοακαρνανίας παραμένει ακόμα και σήμερα σε ανεκτό επίπεδο και αφήνει περιθώρια ορθολογικής ανάπτυξης και διαχείρισης.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν αρκετές ανθρωπογενείς πιέσεις στην ευρύτερη περιοχή (κόλπος του Αστακού), οι κυριότερες από αυτές είναι:
❖ Ρέματα - γεωργικές απορροές
❖ Αποχετευτικό δίκτυο
\❖ Υδατοκαλλιέργειες (κυρίως ιχθυοκαλλιέργειες)

Στην ευρύτερη περιοχή (κόλπος Αστακού) υπάρχουν αρκετές μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής (κλειστός κόλπος, μεγάλοι χρόνοι ανανέωσης των υδάτων κλπ) και η τυχόν κακή λειτουργία - διαχείριση κάποιων από τις μονάδες, θέτουν ζητήματα σχετικά με τις πιέσεις που μπορούν να προκληθούν στο περιβάλλον από την ύπαρξη τους. Αυτά κυρίως οφείλονται στα εξής:
> Ποιοτική σύσταση των ιχθυοτροφών
> Γενική κυκλοφορία των υδάτων στην περιοχή των μονάδων
> Συγκέντρωση του διαλελυμένου οξυγόνου
> Ευτροφισμό
> Προσθήκη οργανικού υλικού
> Χρήση χημικών ουσιών και σκευασμάτων
> Διαταραχή της βιολογικής ισορροπίας των οικοσυστημάτων

4.8.1 Πιέσεις στους βιότοπους
α. Πεδινές εκτάσεις

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι βιότοποι της περιοχής οφείλονται στην υποβάθμιση της οικολογικής ποικιλότητας και στη διαταραχή της ισορροπίας.
Η υποβάθμιση αυτή άρχισε από τη δεκαετία του '30, όταν μεγάλες εκτάσεις (Λεσίνι, Μελίτη) αποξηράνθηκαν, κυρίως, για την καταπολέμηση της ελονοσίας. Μεγάλα έργα αποξηράνσεων έγιναν, επίσης, στο διάστημα 1960-1974, με μοναδικό σκοπό την απόδοση εδαφών στην καλλιέργεια. Η προσπάθεια όμως αυτή είχε μερική επιτυχία, αφού ένα μέρος μόνο των επενδύσεων σε χρήμα και "χώρο" απέδωσε.
Η αποξήρανση της δυτικής όχθης της Λ/Θ Μεσολογγίου και της περιοχής Πεταλά έχει μερική επιτυχία, αφήνοντας άγονες εκτάσεις 25.000 στρ. περίπου. Στις εκτάσεις αυτές υπήρχε ένας φυσικός βιότοπος, που, πέρα από τη μεγάλη ορνιθολογική του αξία και τη γενικότερη σημασία του στην οικολογική ισορροπία της περιοχής, αποτελούσε και ένα σημαντικό φυσικό βοσκότοπο για βοδινά, χοιρινά, αιγοπρόβατα και άλογα.
Το δάσος του Φράξου χρησιμεύει σαν τόπος φωλιάσματος και κουρνιάσματος πολλών πουλιών. Αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα του, οι τοπικές αρχές το έχουν ανακηρύξει προστατευτέο. Τα μέτρα, πάντως, που έχουν ληφθεί για την προστασία του δεν επαρκούν για να σταματήσουν τις διάφορες δραστηριότητες, όπως το κυνήγι, ο ενσταυλισμός ζώων, οι λαθρουλοτομίες κ.ά. Ας σημειωθεί ότι τα δένδρα πέφτουν γερασμένα, χωρίς να υπάρχει φυσική αναγέννηση του δάσους. Αυτό οφείλεται κύρια στην υπερβόσκηση και στο ποδοπάτημα του εδάφους, κυρίως από βοδινά.
Γεωργία: Με την εφαρμογή προγραμμάτων αναδασμού και την εντατικοποίηση της γεωργίας έχουν περιορισθεί σημαντικά οι ζώνες φυσικής βλάστησης ανάμεσα στις καλλιέργειες (φυτοφράχτες). Οι ζώνες αυτές διατηρούν μια πλούσια χλωρίδα και πανίδα και σε ορισμένες περιπτώσεις συμβάλλουν στη φυσική καταπολέμηση των εχθρών των καλλιεργειών.
Κτηνοτροφία: Στην περιοχή, τα βοοειδή είναι σε μεγάλη κλίμακα ενσταυλισμένα. Τα αιγοπρόβατα, στο σύνολο τους, είναι ελεύθερης βοσκής και σταυλίζονται σε πρόχειρες εγκαταστάσεις. Οι χοίροι στο σύνολο τους εκτρέφονται σε σύγχρονες μονάδες, εκτός από την περιοχή της Κατοχής, όπου, ένα μεγάλο ποσοστό, ζει σε αγελαία μορφή.
Η βόσκηση των ζώων δημιουργεί προβλήματα στο φυτικό υποσύστημα. Αυτό οφείλεται στην απόδοση αυτών στην καλλιέργεια. Ένα πρόβλημα επίσης είναι η παρεμβολή μικροκαλλιεργειών στους βοσκότοπους, με αποτέλεσμα, λόγω του θεσμικού πλαισίου, να ευνοείται ο ιδιοκτήτης της καλλιεργήσιμης γης και όχι ο κτηνοτρόφος.
Φυτοφάρμακα: Λόγω των εντατικών καλλιεργειών στην περιοχή, γίνεται μεγάλη χρήση φυτοφαρμάκων. Παράδειγμα αποτελούν οι ορυζοκαλλιέργειες, όπου τρέφονται μεγάλοι πληθυσμοί υδροβίων και παρυδάτιων πουλιών
Οι ψεκασμοί των καλλιεργειών γίνονται κυρίως από το έδαφος και όταν το ψεκαζόμενο διάλυμα είναι στη σωστή του αναλογία δεν υπάρχουν σημαντικές επιπτώσεις στη χλωρίδα και στην πανίδα. Οι αεροψεκασμοί δημιουργούν κάποια προβλήματα, γιατί καλύπτουν όλη την περιοχή, χωρίς να εξαιρούνται κάποιες αγροτικές κατοικίες ή κάποιες στάνες ή κυψέλες. Παρόλα αυτά, τα φάρμακα πολλές φορές χρησιμοποιούνται, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι παρενέργειες που προκαλούν στα ωφέλιμα έντομα και πουλιά.
Όσον αφορά στα ζιζανιοκτόνα, η αλόγιστη χρήση τους έχει σαν αποτέλεσμα να μειωθούν αισθητά οι πληθυσμοί ορισμένων αυτοφυών φυτών.
Λιπάσματα: Τα λιπάσματα και η μέθοδος χρησιμοποίησης τους έχουν σαν αποτέλεσμα την επιβάρυνση του εδάφους, συχνά με στοιχεία επιπλέον αυτών που απαιτεί η εκάστοτε καλλιέργεια. Τα στοιχεία αυτά, σε μεγάλο ποσοστό, καταλήγουν στους υδάτινους αποδέκτες.
Γενικά όμως, μπορεί να λεχθεί ότι το πρόβλημα δεν έγκειται τόσο στην ποσοτική κατάχρηση λιπασμάτων όσο στην ποιοτικά λανθασμένη χρήση τους.

β. Λόφοι και νησίδες

Ορισμένοι λόφοι και νησίδες βρίσκονται σε οικολογική αλληλεξάρτηση με τον κυρίως υγροβιότοπο και παίζουν σπουδαίο ρόλο στην λειτουργικότητα και στην ισορροπία του.
Οι νησίδες Οξειά, Πεταλάς, ΒΔ Εχινάδες βρίσκονται σε άμεση οικολογική σχέση με τις εκβολές του Αχελώου.
Στην Οξειά, λόγω του «δυσπρόσιτου» της, έχει αναπτυχθεί μα ιδιαίτερη χλωρίδα. Είναι ένα νησί, σε άριστη φυσική κατάσταση, με σχετικά ήπια βόσκηση. Είναι χώρος πολύ μεγάλου επιστημονικού ενδιαφέροντος, ως προς το βιοτικό και αβιοτικό του περιβάλλον.
Ο Πεταλάς έχει δεχθεί περισσότερες ανθρώπινες επεμβάσεις απ' ότι η Οξειά και έχει ανάλογη οικολογική αξία με την Χουνοβίνα, με την οποία και συνορεύει.
Ο λόφος Κουτσιλιάρης διαθέτει μια σπάνια μορφή βλάστησης, η οποία κινδυνεύει να υποβαθμιστεί περισσότερο από την κατασκευή των έργων ανάπτυξης της κτηνοτροφίας (δρόμοι, ποτίστρες κλπ.). Τα έργα αυτά, πιθανώς, θα οδηγήσουν στην αύξηση του αριθμού των ζώων που βόσκουν, αλλά μια τέτοια αύξηση θα είναι παροδική, λόγω της υπερβόσκησης και της μελλοντικής μείωσης του φυσικού αποθέματος, με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαβρωτικών φαινομένων στην περιοχή. Σήμερα έχει ανοιχθεί δρόμος που καταλήγει σχεδόν στην κορυφή του λόφου.
Ανάλογους κινδύνους, με αυτούς του Κουτσιλιάρη, διατρέχουν και οι λόφοι Χουνοβίνα, Ταξιάρχης, Σκούπας και Κούντουρας, που βρίσκονται διάσπαρτοι στην περιοχή των εκβολών και συνδέονται λειτουργικά με αυτόν, προσφέροντας οικολογικές φωλιές, όχι μόνο στα πουλιά αλλά και σε άλλες ομάδες οργανισμών.
Η λοφώδης και ορεινή ενότητα, που επεκτείνεται στα βόρεια, βορειοανατολικά και ανατολικά του υγρότοπου, δηλ. η Κλεισούρα, η Παλιορόλακκα, η Βαράσοβα και τα γειτονικά φαράγγια, συνδέει οικολογικά το χώρο των εκβολών με τον κυρίως ορεινό όγκο της περιοχής (Αράκυνθος). Η αισθητική και λειτουργική της αξία είναι αναμφισβήτητα πολύ μεγάλη και επιβάλλεται η διασφάλιση της από κάθε δραστηριότητα (νταμάρια, σκουπιδότοποι, βιομηχανικές εγκαταστάσεις στις παρυφές κλπ.), που σήμερα αλλοιώνει τη μορφολογία της ή τα σπουδαία βιοτικά της στοιχεία.
Τα πιο πάνω ισχύουν ιδιαίτερα για την Κλεισούρα την οποία διασχίζει η Εθνική οδός Μεσολογγίου - Αγρινίου. Σήμερα, η κύρια παραγωγική δραστηριότητα στην περιοχή αυτή, που δεν δημιουργεί άμεσα πρόβλημα, είναι η βόσκηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η περιοχή αυτή συνδέεται και με σημαντικά ιστορικά γεγονότα.

4.8.2 Πιέσεις στην πανίδα

Τα προβλήματα, που αντιμετωπίζει σήμερα ή ορνιθοπανίδα των υγρότοπων του Μεσολογγίου, οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στις διαχρονικές επεμβάσεις του ανθρώπου στους φυσικούς βιότοπους της περιοχής, ιδιαίτερα δε την περίοδο 1960-1974. Αρκετά στοιχεία για τα προβλήματα αυτά υπάρχουν στο Britton (1979) και στη μελέτη του ΥΠΕΧΩΔΕ (1986) και δίνονται συνοπτικά παρακάτω.

Αποξηράνσεις

Είναι η σοβαρότερη αιτία καταστροφής των υγρότοπων, γιατί τ' αποτελέσματα τους είναι μη αντιστρεπτά, με συνέπεια την οριστική αλλοίωση του οικοσυστήματος. Οι αποξηράνσεις έχουν έντονα αρνητική επίδραση στα πουλιά, επειδή τα στερούν από θέσεις φωλιάσματος και χώρους ανάπαυσης. Οι επιπτώσεις αυτές είναι φανερές ιδιαίτερα στα υδρόβια και παρυδάτια είδη
Στην υπό εξέταση περιοχή εκτεταμένες αποξηράνσεις έγιναν σε δύο κυρίως εκτάσεις: α) στο Λεσίνι (στα προπολεμικά χρόνια) και β) στην δυτική όχθη της Λ/Θ Μεσολογγίου (1960-73).
Α) Για την περιοχή του Λεσινίου δεν υπάρχουν, δυστυχώς, στοιχεία για τα πουλιά που ζούσαν εκεί. όταν η έκταση αυτή καλυπτόταν από έλη. Κατά συνέπεια, δεν είναι γνωστές με ακρίβεια οι επιπτώσεις των αποξηράνσεων στην ποσοτική και ποιοτική σύνθεση της ορνιθοπανίδας στην περιοχή, που είναι σήμερα πολύ φτωχή.
Β) Το 1973 ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα αποξήρανσης, σε έκταση πάνω από 25.000 στρ., κατά μήκος της δυτικής όχθης της Λ/Θ Μεσολογγίου, στις περιοχές Νεοχωρίου - Κατοχής.
Οι αποξηράνσεις αυτές ήταν ιδιαίτερα αρνητικές για την ορνιθοπανίδα αλλά και για όλο το οικοσύστημα της Λ/Θ Μεσολογγίου, για τους παρακάτω λόγους:
Κατέστρεψαν μια μεγάλη έκταση με φυσικούς αλμυρόβαλτους και λιμνοθάλασσες.
- Απέκοψαν οριστικά μια πολύτιμη ζώνη πλημμυρίδας και φυσικής επαφής και αλληλεπίδρασης του Αχελώου και των υφάλμυρων λιμνοθαλασσών, ιδιαίτερα στην περιοχή μεταξύ των λόφων Ταξιάρχης
- Σκούπας και Κουτσιλιάρης
Οι εκτάσεις αυτές παραμένουν με τη μορφή 3 «polders», σχεδόν σε αχρηστία, λόγω της έντονης αλατότητας - αλκαλικότητας των εδαφών, ιδιαίτερα στην περιοχή ΝΔ των λόφων Ταξιάρχης - Σκούπας. Τα 3 αυτά «polders» είναι σήμερα οι φτωχότεροι σε είδη και πληθυσμούς πουλιών βιότοποι όλου του συστήματος των υγρότοπων του Μεσολογγίου, γεγονός που αποδεικνύει την αρνητική επίδραση των αποξηράνσεων στην σύνθεση της ορνοθοπανίδας και στο οικοσύστημα γενικότερα.

Κυνήγι

Το κυνήγι στην περιοχή, τουλάχιστον όπως γίνεται σήμερα, είναι μια σοβαρή απειλή για την ορνιθοπανίδα, κυρίως σε ότι αφορά τα υδρόβια πουλιά.
Λόγω της γειτνίασης του με μεγάλα αστικά κέντρα (Πάτρα, Πύργος, Αγρίνιο κ.α.). το Μεσολόγγι προσελκύει πολλούς κυνηγούς, ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα. Δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία ή εκτιμήσεις για τον αριθμό των υδροβίων πουλιών που σκοτώνονται κάθε χειμώνα κατά την Κυνηγετική Περίοδο στην περιοχή.
Εκτός από τον αριθμό των πουλιών που θηρεύονται, το μεγάλο πρόβλημα για την ορνιθοπανίδα της περιοχής είναι ο πολύ υψηλός βαθμός όχλησης. Εκτιμάται ότι τα υδρόβια πουλιά που ξεχειμωνιάζουν στους υγρότοπους του Μεσολογγίου δέχονται τον υψηλότερο βαθμό όχλησης από κάθε άλλο υγρότοπο στην Ελλάδα. Το άμεσο επακόλουθο της όχλησης αυτής είναι η αδυναμία των υδροβίων πουλιών (πάπιες, φαλαρίδες και ορισμένα παρυδάτια) να τραφούν και να ξεκουραστούν ήσυχα, με αποτέλεσμα είτε να εγκαταλείπουν την περιοχή είτε να καταναλώνουν πολύτιμα αποθέματα ενέργειας, προκειμένου να εξασφαλίσουν ικανοποιητικές για την χειμερινή περίοδο συνθήκες διαβίωσης.
Η έντονη όχληση επιδρά αρνητικά και στην ποιοτική σύνθεση της ορνιθοπανίδας, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τις πάπιες.
Έτσι, τα κυρίαρχα είδη στην περιοχή είναι το Γκισάρι Aythya ferina, το Σφυριχτάρι Anas penelope και η Φαλαρίδα, που είναι φυτοφάγα και συνήθως τρέφονται μέσα στις λιμνοθάλασσες.
Αντίθετα, πάπιες με ευρύτερο διαιτολόγιο, π.χ. Πρασινοκέφαλη Anas platyrhynchos, Σαρδέλα Anas crecca, που βγαίνουν τη νύχτα στα γύρω χωράφια για να τραφούν, είναι σπάνιες στην περιοχή, ακριβώς γιατί έχουν μεγαλύτερη ευαισθησία στην όχληση από το κυνήγι.
Συμπερασματικά, τα μεγάλα προβλήματα της ορνιθοπανίδας στους υγρότοπους του Μεσολογγίου είναι αφ' ενός οι συνεχιζόμενες επεμβάσεις στους βιότοπους (αποξηράνσεις, εντατικοποίηση της γεωργίας, κατασκευή αλιευτικών έργων κ.α.) και αφ' ετέρου ο έντονος βαθμός ενόχλησης από ανθρώπινες δραστηριότητες (κυνήγι, ψάρεμα, πολλαπλές χρήσεις του χώρου, ανεπτυγμένη οικοδομική δραστηριότητα κ.α.). Παρόλα αυτά, η σύνθεση των βιοτόπων της περιοχής θα μπορούσε να διατηρήσει πολύ μεγαλύτερη ποικιλία και πληθυσμούς υδροβίων, παρυδάτιων και άλλων πουλιών.

4.8.3 Πιέσεις στην ατμόσφαιρα
Σε επίπεδο νομού οι κυριότερες πηγές αέριας ρύπανσης είναι:

Οι εκπομπές από τα μέσα μεταφοράς (αυτοκίνητα κλπ), κυρίως στα αστικά κέντρα. Οι αεροψεκασμοί, που πολλές φορές καταστρέφουν, μολύνουν επιφανειακά νερά κλπ.
- Οι εκπομπές αερίων ρύπων από τις βιομηχανίες.

Στην περιοχή του έργου δεν υπάρχει ιδιαίτερη ρύπανση, λόγω της απουσίας οικισμών, πρωτογενών μεταποιητικών μονάδων και γενικότερα ανθρώπινης δραστηριότητας.
Οι κυριότερες πηγές αέριας ρύπανσης στην περιοχή μελέτης είναι:
Η κυκλοφορία των οχημάτων στο οδικό δίκτυο της περιοχής
Τα σκάφη που χρησιμοποιούν τον υφιστάμενο λιμένα
Από μετρήσεις της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα που έγιναν στο διάστημα 23-30.11.89 στον οικισμό Αστακού και στο χώρο του έργου (ΝΑ.ΒΙ.ΠΕ. Αστακού), από το Πανελλήνιο Κέντρο Οικολογικών Ερευνών (ΠΑΚΟΕ) διαπιστώθηκαν τα εξής:

Για τον οικισμό

Οι τιμές του διοξειδίου του αζώτου (Ν02) όλες τις ημέρες της δειγματοληψίας κυμάνθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι μέγιστες τιμές ανιχνεύθηκαν τις πρωινές ώρες μεταξύ 8.00-9.00.
Οι μέγιστες τιμές του διοξειδίου του θείου (S02) ανιχνεύθηκαν σε διάφορες ώρες της ημέρας. Γενικά, οι τιμές αυτού του ρύπου παρουσίασαν μία σταθερότητα σε όλη την διάρκεια της δειγματοληψίας και οι τιμές του ήταν ανάλογες των μετεωρολογικών συνθηκών.
Οι τιμές του μονοξειδίου του άνθρακα (CO) κυμάνθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα όλες τις ημέρες δειγματοληψίας. Και σε αυτήν την περίπτωση η περιοδικότητα των μεγίστων τιμών ήταν ανάλογη με τις μετεωρολογικές συνθήκες.
Οι τιμές του υδροχλωρικού οξέως (HCI) ήταν πολύ χαμηλές.
Οι τιμές του υδροφθορίου (HF) ήταν πολύ χαμηλές έως μη ανιχνεύσιμες.
- Οι μέγιστες και ελάχιστες τιμές για τον υδράργυρο (Hg), τον μόλυβδο (Pb) και το κάδμιο (Cd), παρουσιάζονται στον πίνακα που ακολουθεί.

Για την ΝΑ.Β1.ΠΕ.

- Οι τιμές του διοξειδίου του αζώτου (Ν02) όλες τις ημέρες της δειγματοληψίας κυμάνθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι μέγιστες τιμές ανιχνεύθηκαν τις πρωινές ώρες μεταξύ 6.00-13.00
- Οι μέγιστες τιμές του διοξειδίου του θείου (S02) ανιχνεύθηκαν μεταξύ 6.00 και 24.00. Γενικά, η εμφάνιση των μέγιστων τιμών ήταν ανάλογες των μετεωρολογικών συνθηκών.
Οι τιμές του μονοξειδίου του άνθρακα (CO) κυμάνθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα όλες τις ημέρες δειγματοληψίας.
- Οι τιμές του υδροχλωρικού οξέως (HCI) ήταν πολύ χαμηλές σε όλη την διάρκεια της ημέρας.
- Οι τιμές του υδροφθορίου (HF) ήταν πολύ χαμηλές έως μη ανιχνεύσιμες.
- Οι μέγιστες και ελάχιστες τιμές για τον υδράργυρο (Hg), τον μόλυβδο (Pb) και το κάδμιο (Cd), παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4.27 : Μέγιστες και ελάχιστες τιμές ρύπων (pg/m3) στην ατμόσφαιρα της περιοχής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: